Των Δημήτρη Εμμανουλούδη –Δημήτρη Καραμπατζάκη
Οι βροχοπτώσεις που σημειώθηκαν από τις 4 έως τις 7 Σεπτεμβρίου αποτέλεσαν ένα ακραίο φυσικό φαινόμενο, υπερβαίνοντας κάθε υδρολογική λογική. Ο συνολικός όγκος των βροχών κατά την περίοδο αυτή ήταν τριπλάσιος από αυτόν που καταγράφηκε τρία χρόνια πριν κατά τη διάρκεια του κυκλώνα “ΙΑΝΟΣ”. Συνεπώς, είναι προφανές ότι με τέτοιες υψηλές ποσότητες βροχής, η πλήρης αποτροπή πλημμυρών μέσω αντιπλημμυρικών έργων και συστημάτων αποστράτευσης ήταν εξαιρετικά δύσκολη, αν όχι αδύνατη. Άλλος τρόπος αντιμετώπισης των πλημμυρικών συνεπειών, όπως αυτές που εμφανίστηκαν στο Βόλο, το Πήλιο και τον θεσσαλικό κάμπο, ήταν σχεδόν αδύνατος.
Σε αυτές τις περιοχές, η κακοκαιρία “Daniel” είχε τις πιο καταστροφικές επιπτώσεις. Ας εξετάσουμε όμως ξεχωριστά σε κάθε περίπτωση ποια ήταν και εξακολουθούν να είναι τα ευαίσθητα σημεία και τι ενδεχομένως θα μπορούσε να γίνει στο μέλλον για να μειωθούν οι καταστροφές, τόσο σε μέγεθος όσο και σε έκταση.
Στην πόλη του Βόλου, ο ποταμός Κραυσίδωνας προκάλεσε τα σημαντικότερα προβλήματα, χωρίς βέβαια να αγνοηθούν και άλλα ρέματα της περιοχής, όπως ο Άναυρος, καθώς και τα υδατορεύματα της ανατολικής πλευράς του Πηλίου.
Οι δύο αυτοί ποταμοί, όπως γνωρίζουν καλά οι κάτοικοι του Βόλου, έχουν προκαλέσει επανειλημμένα καταστροφικές και θανατηφόρες πλημμύρες, με την πλέον σοβαρή να σημειώνεται το 1955, όταν η πόλη έχασε πάνω από είκοσι ανθρώπους.
Το ερώτημα που προκύπτει είναι αν υπάρχει δυνατότητα αντιμετώπισης του πλημμυρικού κινδύνου που αντιπροσωπεύουν αυτοί οι ποταμοί. Η απάντηση είναι ότι σίγουρα υπάρχει, δεδομένου ότι ο τομέας της Υδρολογίας, γνωστός και ως Αστική Υδρολογία, έχει αναπτύξει τα τελευταία είκοσι χρόνια μεθόδους και συστήματα που αντιμετωπίζουν τέτοιου είδους προβλήματα.
Για παράδειγμα, μπορεί να εξεταστεί η δυνατότητα δημιουργίας διωγμένου (ανάλογα με την τοπογραφία της περιοχής) εκτοπιστικού αγωγού για μέρος των πλημμυρικών ροών των ποταμών πριν από την είσοδό τους στην αστική περιοχή, καθώς και τη διακίνηση αυτών προς την Παγασητική Θάλασσα ή τη δημιουργία εξωχειμάρριων λιμνοδεξαμενών για την προσωρινή αποθήκευση των πλημμυρικών υδάτων, κοντά στο ποτάμι, προτού φθάσουν στην αστική περιοχή, παρόμοια με την λύση που προτείνεται για τον ποταμό Κηφισό στην Αθήνα.
Επιπλέον, μια εναλλακτική λύση είναι η κατασκευή υδρανέωσης στο ψηλότερο τμήμα της λεκάνης απορροής των ποταμών. Τέτοια έργα περιλαμβάνουν φράγματα συγκράτησης φερτών υλών σε σειρά (λαμβάνοντας υπόψη τη σημαντική παρουσία φερτών υλών στη λεκάνη απορροής τους), φράγματα σταθεροποίησης του ποταμικού καναλιού και πρόληψης της αξονικής διάβρωσης, φράγματα συλλογής φερτών υλών κλπ.
Επανασχεδιασμός των αντιπλημμυρικών έργων στη Θεσσαλία
Όσον αφορά τη θεσσαλική πεδιάδα, πρώτον πρέπει να σημειώσουμε ότι αυτή δέχεται τα ύδατα από ποτάμους και χειμάρρους που προέρχονται από τρεις υδρολογικές περιοχές της χώρας: την Ηπειρο, τη Στερεά Ελλάδα και τη Θεσσαλία. Πολλοί ποταμοί, χειμαρροποτάμοι και χείμαρροι διασχίζουν την πεδιάδα, μεταφέροντας μεγάλους όγκους νερού και φέρνοντας υλικά ακόμα και κατά κανονικές υδρολογικές συνθήκες.
Κατά τη διάρκεια των πρόσφατων έντονων βροχοπτώσεων, που υπερκαλύψαν τα κανονικά όρια, το εκτεταμένο υδρολογικό δίκτυο αντιμετώπισε ανυπολόγιστες ποσότητες νερού, ξεπερνώντας τις δυνατότητες των υδρολογικών έργων και των αντιπλημμυρικών μέτρων.
Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι τα φράγματα του ποταμού Πηνειού, παρότι το ύψος του νερού για κάποιο διάστημα υπερέβη τα 10 μέτρα, αντέχουν τελικά. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Πηνειός είναι ο μόνος ποταμός που συγκεντρώνει τα ύδατα από σχεδόν όλο το υδρογραφικό δίκτυο της Θεσσαλίας και ανακατευθύνει τα νερά και τα φέρτα υλικά από μεγάλες λεκάνες απορροής, που εκτείνονται σε χιλιάδες τετραγωνικά χιλιόμετρα. Αν τα φράγματα δεν είχαν αντέξει, θα είχαν προκληθεί σοβαρά προβλήματα στην περιοχή της Λάρισας και αλλού.
Ωστόσο, παρατηρήθηκαν ατυχείς περιπτώσεις ανεπαρκών αντιπλημμυρικών έργων και αναχωμάτων, ειδικά σε περιοχές των τοπικών ρυάκων και μεταξύ τους, που δεν αντέδρασαν αποτελεσματικά στη διαχείριση τέτοιων όγκων νερού.
Όσον αφορά τη Θεσσαλία, είναι αναγκαίο να επαναξιολογηθούν και να προσαρμοστούν τα αντιπλημμυρικά έργα με βάση τις νέες πραγματικότητες που προκύπτουν λόγω της συνεχούς επιδείνωσης των μετεωρολογικών και υδρολογικών συνθηκών. Αυτός ο ανασχεδιασμός θα πρέπει να εφαρμοστεί με έναν ολιστικό τρόπο, ξεκινώντας από την ορεινή περιοχή και φτάνοντας στον κύριο ποταμό που συλλέγει όλα τα ύδατα, τον Πηνειό.
Εκτός από τον επανασχεδιασμό και την αναδιάταξη των αντιπλημμυρικών έργων, είναι αναγκαίο να διεξαχθεί μια επιθεώρηση και αξιολόγηση όλων των υπάρχοντων παράλληλων και διασταύρων τεχνικών έργων που υπέστησαν ζημίες κατά τη διάρκεια των πλημμυρικών γεγονότων του περασμένου Σεπτεμβρίου. Αυτός ο έλεγχος θα επικεντρωθεί στη στατική ακεραιότητά τους, τυχόν υλικές φθορές και άλλα στοιχεία, προκειμένου να αποφασιστεί εάν απαιτούνται άμεσες επισκευές ή εάν κάποια από αυτά δεν εξυπηρετούν πλέον τον σκοπό της διαχείρισης των πλημμυρικών καταστάσεων στη Θεσσαλία.
Όσον αφορά τις αστικές περιοχές, που είναι ευάλωτες στην πλημμυρογένεση, απαιτείται επίσης ο έλεγχος και η αξιολόγηση των κτιρίων που βρίσκονται κοντά στις όχθες των ποταμών, προκειμένου να προσδιοριστούν τυχόν ζημίες και να αξιολογηθεί η στατική ακεραιότητά τους. Επιπλέον, πρέπει να αποκαλυφθούν και να αποκατασταθούν όλες οι διελεύσεις των ποταμικών κοιτών, που έχουν στενώσεις ή επικαλύψεις.
Τέλος, πρέπει να εξεταστεί σοβαρά η ενδεχόμενη μετεγκατάσταση οικισμών που έχουν υποστεί επανειλημμένες πλημμύρες τα τελευταία χρόνια σε περιοχές με πιο κατάλληλο υδρολογικό περιβάλλον. Φυσικά, αυτό θα συναντήσει κοινωνικές και οικονομικές προκλήσεις που θα πρέπει να αντιμετωπιστούν με τη σύμφωνη γνώμη των κατοίκων που θα μετακινηθούν. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν πολλά παραδείγματα σε ολόκληρη τη χώρα όπου οικισμοί έχουν μετακινηθεί ανά το παρελθόν, είτε λόγω φυσικών κατολισθήσεων είτε λόγω της κατασκευής υδροηλεκτρικών εργοστασίων.
Συστηματική προσέγγιση για τη λήψη αποφάσεων σχετικά με τη διαχείριση του κινδύνου των πλημμυρών, που ενσωματώνει πολλαπλές πηγές υποστήριξης.
Εάν επιθυμούμε να αντιμετωπίσουμε εθνικά το θέμα της προστασίας από πλημμύρες, μπορούμε να δημιουργήσουμε ένα ενοποιημένο σύστημα λήψης αποφάσεων. Αυτό το σύστημα θα βασίζεται στη διεθνή εμπειρία και τις σύγχρονες πρακτικές που χρησιμοποιούνται σε άλλες χώρες, καθώς και στην υφιστάμενη τεχνογνωσία στη χώρα μας. Αυτό το σύστημα θα αξιοποιεί όλες τις διαθέσιμες πληροφορίες από προηγούμενα πλημμυρικά συμβάντα που καταγράφηκαν σε αρχεία των Δημοτικών ή Περιφερειακών Αρχών, καθώς και της Πυροσβεστικής, και θα χρησιμοποιεί σύγχρονα επιστημονικά μοντέλα για να μετατρέπει αυτήν την πληροφορία σε πρακτικές αποφάσεις.
Σε απλά λόγια, θα συλλέγει διαθέσιμες πληροφορίες για τον κίνδυνο πλημμύρας από τη βάση δεδομένων που αναφέρθηκε, σχετικά με τα χαρακτηριστικά και τον τρόπο δράσης των χειμάρρων και των ποταμών, και χρησιμοποιεί επιστημονικά μοντέλα για να προβλέψει πώς θα εξελιχθεί μια πλημμυρική κατάσταση. Αυτό επιτρέπει να ληφθούν συγκεκριμένα μέτρα για την προστασία του πληθυσμού και την αντιμετώπιση του φαινομένου.
Ευφυή συστήματα προειδοποίησης που λειτουργούν εγκαίρως σε περιοχές με υψηλό κίνδυνο.
Όλα αυτά που αναφέρθηκαν σηματοδοτούν τη σημαντική επίδραση των τεχνολογιών της πληροφορικής, του Διαδικτύου των Πραγμάτων και της Τεχνητής Νοημοσύνης σε αυτό το πλαίσιο. Η ενσωμάτωση και χρήση τους μπορεί να αποτελέσει ένα πολύτιμο εργαλείο για την τοπική αυτοδιοίκηση και την κεντρική διοίκηση. Η εκσυγχρονισμένη υποστήριξη των τοπικών επιχειρησιακών συντονιστικών οργάνων πολιτικής προστασίας στους δήμους μέσω έξυπνων συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης για φυσικές καταστροφές όπως πυρκαγιές, πλημμύρες κ.λπ., θα επιτρέψει την αποτελεσματική εφαρμογή εκτάκτων σχεδίων.
Το πρόγραμμα “Ψηφιακός Μετασχηματισμός των ΟΤΑ” του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης, που πρωτοτυπεί, προσφέρει στους δήμους της χώρας τη δυνατότητα ανάπτυξης ψηφιακών υποδομών και συστημάτων για τη συλλογή και επεξεργασία δεδομένων. Αυτά τα δεδομένα μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την τροφοδότηση τεχνητών νοημοσύνης στη λήψη αποφάσεων σε περιπτώσεις έγκαιρης προειδοποίησης ή εφαρμογής σχεδίων έκτακτης ανάγκης.
Η ανάπτυξη του Διαδικτύου των Πραγμάτων, με τη χρήση καμερών, αισθητήρων και ενεργοποιητών σε περιοχές υψηλού κινδύνου, μπορεί να ανιχνεύει έγκαιρα απότομες φυσικές μεταβολές και να παρέχει προειδοποιήσεις, καθώς και να καταγράφει δεδομένα σε πραγματικό χρόνο. Αυτά τα δεδομένα μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε συστήματα ανάλυσης μεγάλου όγκου δεδομένων (Big Data Analytics) και να εξυπηρετήσουν την ανάπτυξη νέων μοντέλων πρόβλεψης και λήψης αποφάσεων. Σημαντικό είναι να εξασφαλιστεί η διαλειτουργικότητα αυτών των ψηφιακών υποδομών με πληροφοριακά συστήματα περιφερειακής εμβέλειας, προκειμένου να υποστηρίξουν τον εθνικό σχεδιασμό πολιτικής προστασίας.
Συστήματα υψηλής τεχνολογίας σε πιλοτική λειτουργία στις πόλεις Δράμα, Καβάλα και Τρίκαλα.
Επιπλέον, υλοποιήθηκαν πιλοτικά υψηλής τεχνολογίας συστήματα σε πολλές πόλεις σε όλη τη χώρα. Αυτά τα συστήματα υποστηρίζουν την ανάπτυξη αρχικών υποδομών και την εκπαίδευση των δημοτικών υπαλλήλων σε νέες τεχνολογικές εφαρμογές. Για παράδειγμα, συστήματα Διαδικτύου των Πραγμάτων έχουν τοποθετηθεί στον αστικό ιστό στη Δράμα και τα Τρίκαλα για την παρακολούθηση κλιματικών παραμέτρων και τη στάθμη των υδάτων. Επίσης, καινοτόμα συστήματα παρακολούθησης μετεωρολογικών και υδρογραφικών συνθηκών έχουν αναπτυχθεί στις παράκτιες περιοχές των δήμων Καβάλας και Παγγαίου. Συνολικά, έχουν αναπτυχθεί πολλά παραδείγματα καλών πρακτικών σε όλη τη χώρα, τα οποία πρέπει να εκμεταλλευτούμε για να καλύψουμε τις συνολικές ανάγκες της χώρας.
Στην πραγματικότητα, οι δήμοι εκδηλώνουν ενδιαφέρον για την πολιτική προστασία, αλλά συχνά λείπουν από τους δήμους επαρκώς εκπαιδευμένο προσωπικό και εξειδικευμένος εξοπλισμός. Εδώ, το κεντρικό κράτος θα πρέπει να παράσχει χρηματοδοτική στήριξη ώστε να ενισχυθούν οι κατάλληλες υπηρεσίες στους δήμους και να αποκτήσουν την ικανότητα να ανταποκρίνονται αποτελεσματικά σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης. Τα εργαλεία και οι τεχνικές υπάρχουν και έχουν εφαρμοστεί σε πολλές προηγμένες χώρες και μπορούν να υποστηριχθούν με καινοτόμες υπηρεσίες τεχνητής νοημοσύνης για αυτοματοποιημένες εφαρμογές μηνυμάτων σε κινητά τηλέφωνα και έξυπνες συσκευές.
Είναι σαφές ότι για να επιτευχθούν αυτά, η κυβέρνηση πρέπει να επενδύσει σε διεπιστημονικές ομάδες στους δήμους και τις περιφέρειες, που θα αναπτύξουν επιχειρησιακή ετοιμότητα για την αντιμετώπιση απαιτητικών καταστάσεων. Επιπλέον, όλες αυτές οι υποδομές και οι ομάδες θα πρέπει να ελέγχονται και να υποστηρίζονται οικονομικά από την κεντρική κυβέρνηση, η οποία πρέπει να αξιολογεί και να ενισχύει τους δήμους και τις περιφέρειες ανάλογα, καθώς η πολιτική προστασία αποτελεί σημαντικό παράγοντα για την προετοιμασία των τοπικών αυτοδιοικήσεων.
Συνοψίζοντας, από τις τρεις σημαντικότερες φυσικές καταστροφές, οι πλημμύρες είναι οι μόνες που μπορούν να προβλεφθούν ως προς τη συμπεριφορά τους και την κίνησή τους στον χώρο και τον χρόνο. Αυτός είναι ο κύριος διαχωριστικός παράγοντας από τους σεισμούς και τις πυρκαγιές, οι οποίοι δεν είναι προβλέψιμοι και ενεργούν με πολύ μικρότερο χρονικό διάστημα. Αυτή η δυνατότητα προβλεψιμότητας δίνει στον πληθυσμό τον απαραίτητο χρόνο για προετοιμασία και αντίδραση.
Αν εκμεταλλευτούμε αυτήν την ιδιαιτερότητα και σχεδιάσουμε αντιπλημμυρικά έργα χρησιμοποιώντας καινοτόμες μεθόδους, συμπεριλαμβάνοντας τις νέες τεχνολογίες στην ενημέρωση και προετοιμασία των πολιτών, πιστεύουμε ότι μπορούμε να επιτύχουμε πολύ καλύτερα αποτελέσματα σε περιπτώσεις πλημμυρών. Αυτές είναι οι κύριες κατευθύνσεις προς τις οποίες πρέπει να κινηθούν το κράτος και η τοπική αυτοδιοίκηση στο μέλλον, προκειμένου να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης που έχει ήδη επέλθει.