Στο μαρμάρινο Σπίτι και Πολυχώρο Πολιτισμού της ΑΜΚΕ Δράμας “ΚΥΚΛΩΨ” φιλοξενούνται από τις 16 Μαρτίου έως τις 22 Σεπτεμβρίου 2024 δύο ενότητες από το έργο του Έλληνα φωτογράφου Κώστα Μπαλάφα: «Φωτογραφικές Μνήμες από τη Σύγχρονη Ελλάδα» και «Φωτογραφικό οδοιπορικό στο Άγιον Όρος, 1969-2001».
Ώρες κοινού: Πέμπτη έως Κυριακή 11:00-14:00 & 18:30-21:30
Φωτογραφικές Μνήμες από τη Σύγχρονη Ελλάδα
Ο Κώστας Μπαλάφας ανήκει στους ανθρωπιστές φωτογράφους της μεταπολεμικής περιόδου που καθόρισαν την πορεία της ελληνικής φωτογραφίας. Στο έργο του, μαρτυρία μοναδικής σημασίας για την ιστορία και την κοινωνία της χώρας, πρωταγωνιστεί ο άνθρωπος στον καθημερινό του αγώνα για επιβίωση. Ιδιαίτερη θέση κατέχουν οι κάτοικοι των απομακρυσμένων χωριών της γενέτειράς του Ηπείρου, καθώς και οι αγέρωχες ηπειρώτισσες μάνες, ταγμένες να διατηρήσουν κάτω από αντίξοες συνθήκες τη συνέχεια της ζωής. Μέσα από τα έργα της έκθεσης που καλύπτουν τη μεταπολεμική περίοδο, ο φωτογράφος περιδιαβαίνει και καταγράφει, με το θαυμασμό ενός παιδιού και το αισθητήριο ενός καλλιτέχνη, το σφυγμό του ελληνικού χώρου, από τις αλυκές του Ιονίου ως τα λιγνιτωρυχεία του Αλιβερίου και από τα χειμαδιά της Ηπείρου ως τα σιδηρουργεία της Αθήνας.
Οι φωτογραφίες παρουσιάστηκαν για πρώτη φορά στη Σκόπελο το καλοκαίρι του 1995, στο πλαίσιο της έκθεσης «Παρουσίες / Αναδρομική έκθεση / Μελετζής / Μπαλάφας / Τλούπας» που διοργανώθηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού και το Δήμο Σκοπέλου. Την επιλογή τους πραγματοποίησε ο ίδιος ο δημιουργός σε συνεργασία με τον φωτογράφο και καθηγητή φωτογραφίας Νίκο Παναγιωτόπουλο. Ο τίτλος «Φωτογραφικές μνήμες από τη σύγχρονη Ελλάδα» δόθηκε το 2003, με αφορμή την παρουσίαση της παρούσας έκθεσης στο Μουσείο Μπενάκη και την έκδοση ομότιτλου λευκώματος με προλογικό σημείωμα του Διευθυντή του Ιδρύματος Άγγελου Δεληβορριά και κείμενο του επιμελητή του Momus-Μουσείου Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης Ηρακλή Παπαϊωάννου.
Φωτογραφικό οδοιπορικό στο Άγιον Όρος, 1969-2001
Ο Κώστας Μπαλάφας, επισκέφθηκε το Άγιο Όρος αρκετές φορές από το 1969 έως το 2001, με στόχο να συγκροτήσει τη δική του φωτογραφική κατάθεση για τον τόπο και τους ανθρώπους του. Στα μάτια του δημιουργού, τα επιβλητικά μοναστηριακά αρχιτεκτονήματα ζωντανεύουν το μεγαλείο του Βυζαντίου, ενώ η ζωή της μοναστικής κοινότητας με την ιδιαίτερη οργάνωσή της, ίδια στο πέρασμα των χρόνων, ανακαλεί στη μνήμη του την προσφορά της στους αγώνες του Έθνους. Κατά την περιήγησή του στον Άθω, όπως και στο υπόλοιπο έργο του, το κύριο ενδιαφέρον του επικεντρώνεται στον άνθρωπο. Πρόθεσή του είναι να μπει «στο πετσί των μοναχών» και να τους παρακολουθήσει κατά τη διάρκεια της λειτουργίας, στην καλλιέργεια της γης και στα ταπεινά διακονήματα. Οι αγιορείτικες φωτογραφίες του Κώστα Μπαλάφα προσφέρουν την εμπειρία της οδοιπορίας του στον Άθω, αποκαλύπτουν το ξεχωριστό αυτό κομμάτι της ελληνικής γης μέσα από την οπτική του δημιουργού τους και μας εξοικειώνουν με ένα τρόπο ζωής, όπου η παράδοση παραμένει αναλλοίωτη και ο «μύθος της Ρωμιοσύνης» ζωντανός. Παράλληλα, συμπληρώνουν την εικόνα της δικής του Ελλάδας, προτού βρουν την τελική και οριστική τους θέση μέσα στη χοάνη της συλλογικής μας μνήμης.
Η έκθεση «Κώστας Μπαλάφας. Φωτογραφικό Οδοιπορικό στο Άγιον Όρος, 1969-2001» πραγματοποιήθηκε χάρη στην πρωτοβουλία και την πολύτιμη συμβολή του Ιερομόναχου Ιουστίνου Σιμωνοπετρίτη και περιλαμβάνει πρωτότυπες εκτυπώσεις του δημιουργού. Παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο Μουσείο Μπενάκη το 2006, σε συνεργασία με την Αγιορειτική Φωτοθήκη και με την επιμέλεια της Φανής Κωνσταντίνου, τ.Υπεύθυνης των Φωτογραφικών Αρχείων του Ιδρύματος. Με την αφορμή αυτή, κυκλοφόρησε ομότιτλος κατάλογος που επιμελήθηκε η Χρυσούλα Καπιολδάση-Σωτηροπούλου με κείμενα της Φανής Κωνσταντίνου και του δημοσιογράφου Νίκου Βατόπουλου.
Ποιος ήταν ο Κώστας Μπαλάφας;
Ο Κώστας Μπαλάφας γεννήθηκε το 1917 στο ορεινό χωριό Χώσεψη (Κυψέλη σήμερα) της Ηπείρου, από γονείς αγρότες. Το διάστημα των γυμνασιακών του σπουδών βρέθηκε στην Αθήνα. Κατά παραμονή του στην πρωτεύουσα κράτησε για πρώτη φορά φωτογραφική μηχανή σε μία εκδρομή στην Πάρνηθα. Στα τέλη της δεκαετίας του 1930 αποφοίτησε από την Γαλακτοκομική Σχολή Ιωαννίνων όπου και εργάστηκε έως την κήρυξη του πολέμου. Την ίδια περίοδο απέκτησε μια Kodak Junior ενώ την τεχνική εκτύπωσης έμαθε δίπλα στον επαγγελματία φωτογράφο των Ιωαννίνων Αποστόλη Γ. Πανταζίδη.
Στα τέλη του 1940 στα συντρίμμια ενός ιταλικού βομβαρδιστικού που καταρρίφθηκε από ελληνικά αντιαεροπορικά πυρά έξω από τα Ιωάννινα βρέθηκε ένα κουτί με κινηματογραφικό φιλμ (Ferrania Capelli) το οποίο ο Μπαλάφας αγόρασε με αντίτιμο λίγες οκάδες καλαμποκάλευρο. Με αυτό και με μια γερμανική φωτογραφική μηχανή Robot που είχε λίγο νωρίτερα προμηθευτεί από έναν Ιταλό στρατιώτη και με παρακινδυνευμένες ενέργειες, καθώς η φωτογράφηση ήταν απαγορευμένη την περίοδο της Κατοχής, αποτύπωσε μοναδικές ιστορικές στιγμές από τον ένοπλο αντάρτικο αγώνα του ηπειρώτικου λαού κατά των κατακτητών. Ως μέλος της 6ης Ταξιαρχίας του 85ου Συντάγματος του Ελληνικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού (ΕΛΑΣ) έλαβε μέρος σε επιχειρήσεις στα βουνά αποτυπώνοντας χωρίς επικές εξάρσεις τη ζωή των ανταρτών (πορείες, πολεμικές ασκήσεις, μάχες), τα καμένα από τον κατακτητή χωριά, τις εκδηλώσεις του πλήθους κατά την Απελευθέρωση των Ιωαννίνων (Οκτώβριος 1944) καθώς και τους πρωταγωνιστές των γεγονότων. Για πολιτικούς λόγους, το υλικό αυτό εμπιστεύτηκε σε οικογενειακή του φίλη η οποία το έκρυψε κάτω από το ξύλινο πάτωμα ενός Γιαννιώτικου σπιτιού όπου παρέμεινε για τα επόμενα τριάντα χρόνια.
Την περίοδο του Εμφυλίου (1946-49) και έως το 1951 εργάστηκε ως επίσημος μεταφραστής της Βρετανικής Αποστολής ταξιδεύοντας σε όλη τη χώρα. Στη συνέχεια, χάρη στη καλή γνώση της αγγλικής γλώσσας προσλήφθηκε στην αμερικανική εταιρεία EMBASCO SERVICES INC, πρόδρομο της Δ.Ε.Η., αναλαμβάνοντας τον τομέα Αναπαραγωγής Σχεδίων. Στη θέση αυτή παρέμεινε μέχρι τη συνταξιοδότησή του. Κατά τη διάρκεια της συνεργασίας του με την εταιρεία φωτογράφησε την εξελικτική πορεία της κατασκευής του φράγματος των Κρεμαστών στον Αχελώο ποταμό πραγματοποιώντας πιθανόν την πρώτη μεθοδική καταγραφή σημαντικού δημόσιου έργου στην Ελλάδα.
Μέλος της Ελληνικής Φωτογραφικής Εταιρείας (ΕΦΕ) από το 1954 συμμετέχει σε εκθέσεις και διαγωνισμούς ενώ παράλληλα φωτογραφίες του δημοσιεύονται συχνά στο τριμηνιαίο περιοδικό Ελληνική Φωτογραφία.
Μέχρι το 1974, λόγω των πολιτικών συνθηκών της χώρας, αλλά και της θεματολογίας των εικόνων του, το έργο του βρισκόταν στην αφάνεια.
Αργότερα, όταν μάλιστα αναπτύχθηκε και το ενδιαφέρον για την ιστορία της Ελληνικής φωτογραφίας, έγινε γνωστό μέσα από εκθέσεις και εκδόσεις, που είχαν πάντα την προσωπική του επιμέλεια.
Το 2008 χρόνια, τρία χρόνια πριν το θάνατό του, ο Κώστας Μπαλάφας εμπιστεύτηκε το φωτογραφικό του έργο στο Μουσείο Μπενάκη με τη βεβαιότητα ότι θα το διαχειριστεί με σεβασμό και την αρμόζουσα δεοντολογία τόσο ως προς τη φύλαξή του, όσο και ως προς την αξιοποίησή του. Με την πρωτοβουλία του αυτή, ουσιαστικά προσέφερε το πολύτιμο αρχείο του (15.000 αρνητικά, πρωτότυπα φωτογραφικά τυπώματα, 72 κινηματογραφικές ταινίες καθώς και ηχητικές και γραπτές μαρτυρίες) στην πολιτιστική κληρονομιά της χώρας του, στην ιστορία της και στην ιστορία της φωτογραφίας.